Της συντακτικής ομάδας του Bloomberg View
Οι διεθνείς ρυθμιστικές αρχές στρέφουν την προσοχή τους σε μία σημαντική εκκρεμότητα: να διασφαλ­ίσουν ότι ένα λάθος ποντάρισμα στα παράγωγα δεν μπορεί να αναστατώσει ολόκληρο το χρηματοπιστωτικό σύστημα. Έχουν βρει μία καλή λύση -υπό την προϋπόθεση ότι μπορούν να αποτρέψουν το ενδεχόμενο να μετατραπεί και αυτή σε απειλή.
Η χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 απέδειξε ότι τα παράγωγα είχαν βγει εκτός ελέγχου. Ορισμένοι από τους συμμετέχοντες στην αγορά έβαζαν τεράστια στοιχήματα -για παράδειγμα στην πιθανότητα αθέτησης πληρωμής ομολόγων- χωρίς να παρέχουν εξασφαλίσεις (collateral) για να εγγυηθούν την πληρωμή σε περίπτωση που το στοίχημα δεν "έβγαινε”. Όταν η εταιρεία ασφαλειών AIG δεν μπόρεσε να καλύψει χρέος σχεδόν 50 δισ. δολαρίων που σχετιζόταν με παράγωγα, παραλίγο να οδηγήσει στην κατάρρευση πολλές από τις μεγαλύτερες τράπεζες του κόσμου.
Ως απάντηση, οι ρυθμιστικές αρχές έχουν στραφεί σε ένα παραδοσιακό εργαλείο: στον οίκο εκκαθάρισης, που παρεμβαίνει στις συναλλαγές και συγκεντρώνει εξασφαλίσεις από όλα τα μέλη του. Οι ΗΠΑ έχουν ήδη μεταφέρει τα περισσότερα συμβόλαια παραγώγων σε κεντρικό συμψηφισμό και ακολουθεί η Ευρώπη. Οι οίκοι εκκαθάρισης θα διαδραματίσουν έναν ολοένα και πιο σημαντικό ρόλο στον περιορισμό του συστημικού κινδύνου, θέτοντας όρια μόχλευσης στις τράπεζες, στα hedge funds και σε άλλους επενδυτές.
Ωστόσο, οι οίκοι εκκαθάρισης παρουσιάζουν κι αυτοί έναν κίνδυνο. Εάν μία κρίση πυροδοτήσει αθετήσεις πληρωμών που ξεπερνούν τις παρεχόμενες εγγυήσεις, διαθέτουν λίγα ίδια κεφάλαια για να απορροφήσουν τις απώλειες. Πέραν τούτου, βασίζονται στην αξιοποίηση ενός προεγκατεστημένου ταμείου εγγυήσεων και έπειτα στην άντληση μετρητών από τα χρηματοπιστωτικά ινστιτούτα τα οποία είναι οι βασικοί πελάτες τους – απαιτήσεις που σε μία κρίση θα μπορούσαν να προκαλέσουν εξάπλωση του προβλήματος. Εάν αυτοί οι πόροι αποδειχθούν ανεπαρκείς, η κυβέρνηση θα πρέπει πιθανότατα να παρέμβει για να αποτρέψει μία πλήρη κατάρρευση.
Οι οίκοι εκκαθάρισης είναι πολύ σημαντικοί για να καταρρεύσουν και οι ισχύοντες κανόνες που διέπουν την διαχείριση κινδύνων τους είναι πολύ χαλαροί. Τα ταμεία εγγυήσεων πρέπει να καλύπτουν τουλάχιστον δύο μεγάλες αθετήσεις πληρωμών, αλλά οι οίκοι εκκαθάρισης επιτρέπεται να αποφασίσουν πόσα είναι τα χρήματα που πραγματικά χρειάζονται γι' αυτό -και πόσα κεφάλαια πρέπει να εισφέρουν οι μέτοχοί τους για να απορροφήσουν τις πρώτες απώλειες. Το μέγεθος αυτής της εισφοράς των μετόχων έχει μεγάλη σημασία, διότι ο φόβος της ζημιάς αποτελεί κίνητρο για σύνεση όσον αφορά τον καθορισμό των απαιτήσεων εξασφάλισης από την πρώτη στιγμή.
Ορισμένοι από τους μεγαλύτερους πελάτες των οίκων εκκαθάρισης -μεταξύ αυτών οι JPMorgan Chase, Pimco και BlackRock- έχουν επισημάνει αυτές τις ελλείψεις και οι παγκόσμιες ρυθμιστικές αρχές σκοπεύουν να τις αντιμετωπίσουν φέτος. Η μεγαλύτερη διαφάνεια και οι συγκεκριμένες κεφαλαιακές απαιτήσεις θα ήταν μία καλή αφετηρία. Οι ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει δημοσίως να ελέγξουν τις αντοχές των οίκων όπως κάνουν με τις τράπεζες (stress tests) και θα πρέπει να τους ζητήσουν να αποκαλύπτουν αρκετές πληροφορίες για την αξιολόγηση της διαχείρισης κινδύνων τους (μία διαδικασία που έχει ξεκινήσει ήδη). Ακόμη, η έρευνα υποδεικνύει ότι οι εισφορές των μετόχων στα ταμεία εγγυήσεων θα πρέπει πιθανότατα να είναι υψηλότερες από τον σημερινό μέσο όρο του περίπου 3% μεταξύ των κορυφαίων αμερικανικών και ευρωπαϊκών οίκων εκκαθάρισης.
Τα παράγωγα δεν πρέπει να αποτελούν "χρηματοπιστωτικά όπλα μαζικής καταστροφής”, όπως τα αποκάλεσε ο Warren Buffett. Μπορούν να βελτιώσουν τη λειτουργία των αγορών και να παρέχουν χρήσιμα εργαλεία για την αντιστάθμιση κινδύνων – εφόσον τεθούν σε ισχύ οι σωστοί κανόνες και κίνητρα.


Δημοσίευση σχολίου