Συντάκτης : Έφη  Μαρίνου
«Βόιτσεκ». Το έργο του Γκέοργκ Μπίχνερ, σταθμός στην ιστορία του γερμανικού θεάτρου, παρουσιάζεται από το ΚΘΒΕ στο Βασιλικό Θέατρο σε σκηνοθεσία Σταύρου Τσακίρη, μάλιστα πρώτη φορά παγκοσμίως σε ενιαία παράσταση (ακατάλληλη για ανηλίκους) ολόκληρο το αυθεντικό κείμενο, δηλαδή και τα τέσσερα χειρόγραφα σχεδιάσματα του Μπίχνερ.
Ο Γκέοργκ Μπίχνερ πεθαίνει νεότατος το 1837, αφήνοντας τέσσερα δυσανάγνωστα χειρόγραφα, που κανείς δεν γνωρίζει την ύπαρξή τους για πάνω από 40 χρόνια. Το 1879 υποβάλλονται σε χημική επεξεργασία, «συγκολλούνται» αυθαίρετα και εκδίδονται. Το 1913 το έργο παρουσιάζεται πρώτη φορά στη σκηνή και έκτοτε πλήθος σημαντικών καλλιτεχνών (Μπέργκμαν, Χέρτζογκ, Φόρμαν, Γουίλσον, Κέντριτζ, Λαμπιούτ) ασχολήθηκαν με τον γρίφο του «Βόιτσεκ», ενώ διασκευάστηκε για τον κινηματογράφο (δέκα ταινίες), για την όπερα (Αλμπαν Μπεργκ), για κόμικς.
Ο «Βόιτσεκ», αρχετυπικός ήρωας του 20ού αιώνα, γράφτηκε το 1836 από τον νεαρό Γερμανό ποιητή Μπίχνερ και βασίζεται στην πραγματική ιστορία ενός στρατιώτη στη Λιψία του 1821, που οδηγείται στην τρέλα λόγω περίεργων ιατρικών πειραμάτων στον στρατό και με αφορμή την απιστία της ερωμένης του Μαρίας. Καταλήγει να την δολοφονήσει, ακολουθεί μια πολύκροτη και πολυετής δίκη –πρώτη φορά εξετάζεται κατηγορούμενος από ψυχίατρο– κι ένας δημόσιος απαγχονισμός.
Μια ιστορία, τέσσερις διαφορετικές εκδοχές, τέσσερις υποθέσεις για ένα φόνο. Θεατρικό έργο που έμεινε ημιτελές, τέσσερα ανολοκλήρωτα χειρόγραφα, σαράντα εννέα σκηνές, άλλες μοναδικές, άλλες επαναλαμβανόμενες, με πολλές δυνατότητες ανασύνθεσης. Ενας αλλιώτικος Βόιτσεκ με παράθυρα ανοιχτά για διαφορετικό φινάλε.
«Είναι ο άνθρωπος, πιεσμένος από τις θρησκείες, το κράτος, τον στρατό, τα συμβατικά μοντέλα και ιδεοληψίες που “ενστάλαξαν” στο ανθρώπινο μυαλό οι τεχνικοί της εξουσίας χειραγωγώντας μας», λέει ο σκηνοθέτης της παράστασης Σταύρος Τσακίρης. «Οι λακέδες αυτής της “ιδεολογίας” μέσα από ένα σύστημα “λογικών” θέλουν να μας πείσουν ότι αυτό απαιτεί το ηθικό, το θέλημα του Θεού».
• Πόσο δυσκολεύει σκηνοθετικά ένα ανολοκλήρωτο έργο;
Τα ημιτελή χειρόγραφα του Μπίχνερ προβλημάτισαν επί χρόνια φιλολόγους, θεατρολόγους, καλλιτέχνες. Δεν είναι ολοκληρωμένη ούτε η φόρμα του, ούτε η δομή του, αλλά ούτε και ο μύθος του. Ομως αυτό το ατελές κείμενο έχει πολύ δυναμικά στοιχεία. Κατ' αρχήν οι ήρωές του, μεσούντος του ρομαντισμού, δεν είναι ευγενείς, ούτε καν αστοί, αλλά προλετάριοι.
Η θεματογραφία του είναι αιρετική, ο συγγραφέας στέκεται απέναντι σε όποιο ιδεολογικό ταμπού περί πνευματικότητας του ανθρώπου και διαχωρισμού του από τ’ άλλα ζώα ως εκλεκτό δημιούργημα του Θεού. Επιπλέον, μέσα στον 19ο αιώνα ο νεαρός Μπίχνερ απαλλάσσεται και από τη λογοτεχνικότατα, βρίσκει τον καθαρό, δραστικό λόγο του θεάτρου – ζητούμενο και στην εποχή μας.
Οι σκηνές είναι μικρής διάρκειας, σχεδόν κινηματογραφικής λογικής και μόνο με τη διαλεκτική σχέση μεταξύ τους ολοκληρώνουν την αφήγηση. Δεν πρόκειται καν για αποσπασματικό κείμενο. Είναι σπαράγματα σκηνών, σκόρπιων προτάσεων, λέξεων.
Συχνά δεν έχουν καν το πρόθεμα του προσώπου που μιλάει. Για να δώσουμε ένα μύθο και συνέπεια χαρακτήρων ακολουθήσαμε δυο αυθαίρετα αλλά νόμιμα ιδεολογήματα: τη σειρά των γεγονότων της δικαστικής περιπέτειας του αληθινού Βόιτσεκ. Κάθε σχεδίασμα έγινε μια διαφορετική εκδοχή στην υπόθεση. Με οδηγό μια δοκιμιακή μεθοδολογία, δημιουργήθηκε μια μεγαλύτερη φόρμα πάνω από το έργο με γενικό διακύβευμα να εξετάσουμε την υποκειμενικότητα της όποιας μαρτυρίας.
• Η ζωντανή μουσική πώς εντάσσεται;
Επρεπε η δοκιμιακή φόρμα να μην αφαιρέσει το στοιχείο της απόλαυσης από μια θεατρική πράξη. Στην προσπάθεια σύνθεσης του μύθου καταλήξαμε στο σχήμα ότι οι ήρωες λόγω της στρατιωτικής τους ιδιότητας ζουν σ’ ένα στρατόπεδο, εκεί διαδραματίζεται και η ιστορία.
Αξιοποιήσαμε την ύπαρξη μιας ταβέρνας –αναφέρεται στις σημειώσεις του Μπίχνερ– δημιουργώντας την συνθήκη δορυφορικών χώρων γύρω από το στρατόπεδο με τα αντίστοιχα επαγγέλματα, πορνεία, μπαρ, εμπορικά. Αυτό το πλαίσιο επέτρεψε, αφού οι ήρωες συναντιούνται τα βράδια σ’ αυτούς τους χώρους, να συμμετέχουν πέρα από τους ρόλους τους ως μουσικοί, τραγουδίστριες, θαμώνες.
• Το έργο αφορά την εποχή μας;
Ζούμε την ανέχεια, τον εξευτελισμό της αξιοπρέπειας, την αμάθεια, την καταπίεση. Οσο υπάρχει αδικία, μηχανισμοί χειραγώγησης της ανθρώπινης σκέψης, θέλω να συντάσσομαι με όσους επιμένουν στο «ενάντια». Οι εποχές είναι δύσκολες. Ο πανικός δεν ωφελεί, ας πρυτανεύσει η στρατηγική. Οι εποχές της ευημερίας στοχεύουν στην ανιστορική συνείδηση των ανθρώπων για τον φυσικό προορισμό τους και το γιγάντεμα του αμοραλισμού.
Ας γίνουν λοιπόν αυτονόητες οι ηθικές υποχρεώσεις στους «πολλούς». Το έργο μας να συνομιλεί με την τέχνη μας προς όφελος των «πολλών»... Δεν θέλω να μιλήσω για προσωπικές περιπέτειες, για τραύματα του επαγγελματικού μου χώρου. Η αυτοαναφαρικότητα είναι ασθένεια και η ομφαλοσκόπηση σκλαβιά.
Κάθε μέρα καταστρώνω καινούργια σχέδια χωρίς να υπολογίζω αν αποτύχουν. Το μεγάλο μου όνειρο είναι το «Επος του Διγενή Ακρίτα». Μαζί με συνεργάτες να δημιουργήσουμε μια κιβωτό της ελληνικής όρασης, μελωδικότητας, εκφραστικής διαύγειας, κινησιολογικού κώδικα.
Info:
ΚΘΒΕ/Βασιλικό Θέατρο. «Βόιτσεκ» του Γκ. Μπίχνερ. Σκηνοθεσία- Επεξεργασία κειμένου- Φωτισμοί: Σταύρος Τσακίρης. Μετάφραση: Αντώνης Γαλέος.
Σκηνικά-Κοστούμια- Flash animation: Αλέξανδρος Ψυχούλης. Μουσική: Μίνως Μάτσας.
Δραματoλογία-Στίχοι: Λουίζα Αρκουμανέα. Μουσική διδασκαλία: Νίκος Βουδούρης, Χρύσα Τουμανίδου.
Παίζουν: Νεφέλη Ανθοπούλου, Αννα Ευθυμίου, Γιώργος Κολοβός, Χρίστος Νταρακτσής, Ευγενία Πανταζόγλου, Χρήστος Παπαδημητρίου, Νίκος Πολοζιάνης, Τάσος Ροδοβίτης, Αλεξία Σαπρανίδου, Χρίστος Στυλιανού (Βόυτσεκ), Γιάννης Τσάτσαρης, Ορέστης Χαλκιάς, Κωνσταντίνος Χατζησάββας.


Δημοσίευση σχολίου