Πολλά σε αυτό τον τόπο είναι λάθος, αλλά το λάθος στο λάθος, πραγματικά προβληματίζει και πολλές φορές λογικό είναι να προκαλεί αγανάκτηση.



Ο λόγος, για την παραπομπή της Ελλάδας στο Δικαστήριο της ΕΕ την οποία αποφάσισε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή λόγω μη συμμόρφωσής της Ελλάδας, με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από την οδηγία για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων.
Σύμφωνα με την οδηγία για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων (οδηγία 2010/31/ΕΕ), τα κράτη μέλη οφείλουν να ορίσουν ελάχιστες απαιτήσεις ενεργειακής απόδοσης για τα κτίρια, με στόχο να επιτευχθεί ο καλύτερος συνδυασμός μεταξύ επενδύσεων και εξοικονόμησης ενέργειας, γνωστός και ως «βέλτιστα, από πλευράς κόστους, επίπεδα».
Η οδηγία αυτή περί ενεργειακής απόδοσης των κτιρίων, κάλλιστα μπορεί να χαρακτηριστεί ως "άνευ περιεχομένου" για τον Ελλαδικό χώρο, γιατί αφορά το σύνολο των κτιρίων της χώρας τα περισσότερα των οποίων έχουν δοκιμαστεί από τουλάχιστον ένα ισχυρό σεισμό.
Για όλα αυτά τα κτίρια δεν έγινε καμία μελέτη που να έχει σχέση με το πώς θα συμπεριφερθούν σε έναν επόμενο σεισμό και πρόσφατο παράδειγμα κατάρρευσης κτιρίων, είχαμε στον σεισμό της Λευκάδας. 
Θυμίζουμε ότι στις μεγαλύτερες πόλεις μας, Αθήνα-Θεσσαλονίκη αλλά και στο σύνολο των περιοχών της χώρας, τα κτίρια έχουν δοκιμαστεί από τον Εγκέλαδο και επιπλέον τα περισσότερα από αυτά είναι κατασκευασμένα τις δεκαετίες 60, 70, 80, 90 πράγμα που σημαίνει ότι κανείς δεν ξέρει ποια είναι η φέρουσα ικανότητά τους σε ενδεχόμενο σεισμό, και εύλογο είναι να μην είναι γνωστή η συμπεριφορά τους σε επόμενη σεισμική δοκιμασία.


Είναι επόμενα εντελώς αδόκιμο να μιλάμε και να επενδύουμε σε ενεργειακή απόδοση κτιρίων τα οποία δεν ξέρουμε αν αντέχουν.
Αν η Ελληνική πολιτεία έθετε το θέμα αυτό στην ΕΕ και απαιτούσε κονδύλια για αποκατάσταση των κτιρίων που παρουσιάζουν πρόβλημα, τότε το βέβαιο είναι ότι κανείς δεν θα μπορούσε να αντιπροτείνει κάτι διαφορετικό, αρνούμενος την πρόταση.
Ένας ουσιαστικός έλεγχος και αποκατάσταση, όπου ήταν αναγκαίο, θα έθετε σε λειτουργία την οικοδομική δραστηριότητα, η κατάρρευση της οποίας συνέβαλε στα μέγιστα στην κρίση.
Το σύνολο των υπουργών της παρούσας κυβέρνησης, αλλά και ο πρωθυπουργός, είναι μηχανικοί και αυτό το γνωρίζουν. Εύλογο λοιπόν είναι να αγανακτεί κανείς γιατί άγεται και φέρεται η χώρα κατά το δοκούν της νομοθεσίας των "εταίρων μας" και δεν υπάρχει μία πρόταση που να αντιμετωπίζει την ουσία των προβλημάτων βάση των ιδιαιτεροτήτων μας.
Την στιγμή που απαξιώνονται τα ακίνητα για να ξεπουληθούν είναι αδιανόητο να μην παρεμβαίνει το κράτος ώστε με την νομοθεσία και μόνο, χωρίς κόστος, να δώσει υπεραξία στη γη μας.
Ανδρέας Κεσίδης
Πολιτικός μηχανικός Α.Π.Θ

  


Δημοσίευση σχολίου