Δεν είναι μήτε φαντασία μήτε παράκρουση η ιδέα (αλλά και η βεβαιότητα) πως υπάρχει προ πολλού ένα σχέδιο καταβαράθρωσης όλου του ελληνικού κόσμου – στην Ελλάδα και στη Κύπρο. Και τα γεγονότα ως τώρα μάλλον το επιβεβαιώνουν.


Το σχέδιο πρέπει να έχει αρχίσει περίπου στα μέσα της δεκαετίας του ’80, με το πρώτο ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου και τις αντιαμερικανικές «κορώνες» με τις οποίες άφθονα συνοδευόταν και οι οποίες θα μπορούσαν σιγά-σιγά να «διαφθείρουν» τον ελληνικό λαό, «ταγμένο» στο δυτικό άρμα (ποιός είπε: Ανήκομεν στην Δύση;!), και να τον στρέψει προς ανατολάς, με όλες τις συνέπειες που θα προέκυπταν.

Έτσι, αργά αλλά σίγουρα, και μόνο με οικονομικά μέσα (τώρα πια τόσο εξελίχθηκε το «σύστημα», που δεν χρειάζεται να χρησιμοποιείς όπλα για να διαλύσεις ένα κράτος και έναν λαό: αρκούν και με το παραπάνω τα…χρήματα!) η εφαρμογή του σχεδίου μπήκε σε κίνηση αρχικά με στόχο την ελληνική βιομηχανία: ένας συνεχής αφανισμός των βιομηχανικών δομών όπου, με κάποιο τρόπο(υπάρχουν τόσοι τρόποι!) μια μια στις βιομηχανίες στέρευαν τα λεφτά, έπρεπε να μειωθεί το εργατικό προσωπικό, υπήρχε ανυπέρβλητη αδυναμία αγοράς υλικών και βέβαια πώλησης προϊόντων, έως ότου η συρρίκνωση έφτανε σε τέτοιο σημείο φθοράς που η μόνη λύση ήταν πια το κλείσιμο.

Ορισμένες βιομηχανικές μονάδες, και μεγάλου μεγέθους, δήθεν τις αναλάμβαναν οι ξένοι (συνήθως Γερμανοί), αλλά μόνο και μόνο για να απολύσουν τους εργαζομένους και να βάλουν λουκέτο μη έχοντας κανέναν συμφέρον να λειτουργήσουν.

Οι συνέπεια όλης αυτής της διαδρομής ήταν μια και τραγική: δεν θα υπήρχε πλέον καμία ελληνική βιομηχανική παραγωγή άξια λόγου και όλα τα προϊόντα θα έπρεπε να εισαχθούν από το εξωτερικό, αρχίζοντας από τα οικιακά μέχρι και τα λεωφορεία των αστικών και μη συγκοινωνιών!

Συνάμα, το χρηματοδοτικό σύστημα «στραγγάλιζε» μια μετά την άλλη και τις ελληνικές βιοτεχνίες, η παραγωγή των οποίων επισκίαζε πολύ και επηρέαζε αρνητικά τις εισαγωγές ξένων προϊόντων στην Ελλάδα: μέγα φταίξιμο, για το οποίο η ελληνική βιοτεχνία έπρεπε να τιμωρηθεί και να εξοντωθεί, όπερ και έγινε με σεβαστή μεθοδικότητα.

Και στην βιομηχανία και στην βιοτεχνία το κεντρικό ρόλο στον αφανισμό έπαιξε φυσικά το ελληνικό τραπεζικό κατεστημένο, το οποίο προδοτικά και σε αγαστή συνεργασία (και υπακοή) με τις μεγάλες, κεντρικές ή όχι, τράπεζες των δυτικών χωρών και την εποπτεία και έμπνευση των αμερικανικών τραπεζικών λόμπυ, διέλυσαν μέσα σε 15 χρόνια όλον περίπου τον ελληνικό βιομηχανικό ιστό, αφήνοντας ελάχιστα απομεινάρια που τα επόμενα και παρόντα «Μνημόνια» πάνε να εξαϋλώσουν με γοργούς ρυθμούς.

Στην δεκαετία του ’80 ο μόνος τομέας που παρέμεινε άθικτος ήταν ο γεωργικός, όπου δημιουργήθηκαν πολλές εστίες χρηματοδότησης του αγροτικού κόσμου, υποστήριξης του εισοδήματός του και διευκόλυνσης των αναγκών του, είτε μέσω υλικών προνομίων είτε μέσω φορολογικών ευεργετημάτων. Η σχετική κρατική παρέμβαση υπήρξε ιδιαίτερα ευνοϊκή (δεν είναι του παρόντος η ανάλυση των παράπλευρων αρνητικών αποτελεσμάτων αυτής της άπλετης αγροτικής ευνοιοκρατίας).

Οπότε στην ουσία παράλληλα με την καταβύθιση της βιομηχανίας προχωρούσε μια γεωργική φαινομενικά ανάταση, ειδικά με τις άφθονες κοινοτικές επιδοτήσεις με τις οποίες πλούτισαν οι αγρότες, ενώ οι υποχρεωτικές αλλαγές καλλιεργειών διαστρέβλωσαν το ελληνικό γεωργικό τοπίο, και αυτό φάνηκε μερικά χρόνια μετά όταν η εγχώρια παραγωγή τόσο μειώθηκε που άρχισαν μαζικές εισαγωγές αγροτικών προϊόντων από το εξωτερικό.

Ήταν φυσικό και έπρεπε να μη δοθεί η εντύπωση μιας ολικής καταστροφής και να δοθεί στον λαό η εντύπωση ότι όλα πάνε καλά, αφού το πρώτο στοιχείο που δηλώνει μια ευμάρεια είναι η δυνατότητα εξεύρεσης τροφής: όταν ο κόσμος βρίσκει τα φαγώσιμα που θέλει, δεν μπορεί παρά να πειστεί πως ζει στον καλύτερο δυνατό κόσμο και εύκολα υπερβαίνει την παρατήρηση της μείωσης της ελληνικής παραγωγής και αύξησης των ξένων προϊόντων.

Και ποσώς τον ενδιαφέρει αυτό όταν, επιπλέον, μέσω των «έξυπνων» τραπεζικών «προγραμμάτων», το χρήμα ρέει αβίαστα με το ένα δάνειο πάνω στο άλλο και την προοπτική γρήγορης και ανώδυνης εξόφλησης με τις τόσες πιστώσεις στη διάθεση να κυκλοφορούν και να υπόσχονται ευτυχία και επιτυχία.

Με τόσο χρήμα στις τράπεζες και στις τσέπες, τί σημασία αν αυτός ο ίδιος κόσμος δεν αγόραζε πια ελληνικά βιομηχανικά και γεωργικά προϊόντα διότι η ελληνική βιομηχανία δεν υπήρχε σχεδόν πια και τα ελληνικά αγροτικά προϊόντα όλο και λιγόστευαν εξαιτίας της διάλυσης των αγρών: καμία τέτοια σκέψη δεν περνούσε από το μυαλό του μιας και είχε την ευχέρεια να αγοράσει ανάλογα ξένα, μπορεί και καλύτερα, κατά τη γνώμη του!

Βέβαια, στο σχέδιο μελετήθηκε επακριβώς και όλο το παράλληλο «σύστημα διαφθοράς» που έπρεπε να μεγιστοποιηθεί, να επεκταθεί και να οριστικοποιηθεί ει δυνατόν σε όλο το φάσμα των ιδιωτικών και δημοσίων σχέσεων. Ειδικά όμως, και με ειδική προσοχή και σκοπιμότητα, στον μεγάλο κόσμο του Δημοσίου όπου το φαγοπότι μπορούσε να κρυφθεί μέσα σε δαιδαλώδεις ατραπούς.

Το αποτέλεσμα; Μια «τρύπα» τεραστίων διαστάσεων για μια μικρή οικονομία σαν την ελληνική: 320 δισεκατομμύρια ευρώ – είπαν – στην δημόσια διαχείριση (και τώρα μας λένε πως το χρέος ήταν 800 δις, αλλά φοβήθηκαν να το πουν!), ένα βάραθρο που επιδεινώθηκε δραματικά όταν η Κεντρική Τράπεζα της ΕΕ, αγοράζοντας τα ιδιωτικά ως τότε δάνεια της Ελλάδας από τις αντίστοιχες τράπεζες, τα μετέτρεψε σε δημόσια μεταβιβάζοντας τα στα αντίστοιχα κράτη των ιδιωτικών τραπεζών έτσι ώστε αυτά να γίνουν απ’ τη μια μέρα στη άλλη, εκ του μηδενός, οι μεγαλύτεροι και σκληρότεροι πιστωτές της Ελλάδας δίχως να έχουν δώσει ποτέ αυτά λεφτά στην Ελλάδα και η Ελλάδα να βρεθεί χωρίς χρήμα και με χρέη δυσβάσταχτα προς τους εταίρους της ΕΕ.

Όλοι γνωρίζουμε τώρα τις συνέπειες των Μνημονίων και το γεγονός ότι το ένα Μνημόνιο είναι έτσι διαμορφωμένο ώστε να χρειαστεί κάποια στιγμή και ένα επόμενο.

Με αυτόν τον τρόπο, μετά τις φάσεις της βιομηχανικής εξόντωσης και της βιοτεχνικής εξάρθρωσης, της καταστροφής του κοινωνικού ιστού μέσω της σταδιακής εκμηδένισης αμοιβών και συντάξεων συμπεριλαμβανομένων και των δυνατοτήτων περίθαλψης στην υγεία, ενώ το ιδιωτικό χρέος προς τις τράπεζες γίνεται ανεπούλωτη πληγή, η τελευταία (και φαρμακερή) φάση, το 3ο Μνημόνιο, φαίνεται πως προβλέπει την εξαφάνιση και του αγροτικού πλέγματος, του μοναδικού δικτύου επιβίωσης που θα μπορούσε να βοηθήσει τον ελληνικό λαό να μείνει στην επιφάνεια και να μη βουλιάξει.

Με λιγοστές εξαγωγές, με μειωμένες εισαγωγές, η αγροτική παραγωγή για εγχώρια χρήση παρέμενε η τελευταία σωτήρια λέμβος.

Τα μνημονιακά μέτρα που με επιμονή τώρα ζητούν να χτυπηθούν όλες οι γεωργικές δραστηριότητες, είναι φανερό πως αποσκοπούν σε μόνο μια έκβαση: στην εξουδετέρωση της αγροτικής παραγωγής και γενικά στην εξαφάνιση των περισσότερων ενεργειών που σχετίζονται με την εκμετάλλευση των δυνατοτήτων που παρουσιάζει η επιφάνεια της γης.

Εάν και η παραγωγικότητα της γης ακυρωθεί και λείψουν δραματικά τα προϊόντα της γης, θα μείνουν μόνο τα προϊόντα εισαγωγής (όσο περισσότερο περιορισμένης λόγω έλλειψης χρημάτων) και δεν υπάρχει πιθανότητα πιστωτικής άνεσης διότι οι τραπεζικές πηγές ελαχιστοποιούνται, τότε ο στραγγαλισμός του πληθυσμού είναι η τελική καταδίκη της Ελλάδας. Και αυτό όλα δείχνουν πως είναι ο τελικός σκοπός του σχεδίου.

Για την αποφυγή αυτής της κατάστασης είναι δυνατόν οι πιστωτές να ζητήσουν από την Ελλάδα να πουλήσει όλες τις πλουτοπαραγωγικές πηγές της, πάνω στην επιφάνεια της γης όπως και μέσα στον θαλάσσιο χώρο, με αποτέλεσμα όλη η χώρα να βρεθεί στα χέρια ξένων αγοραστών. Ακραία περίπτωση μεν, διόλου αμελητέα δε.

Και δεν αναφέρομαι εδώ σε όλη τη σκευωρία που υφαίνεται και εκδηλώνεται (όσο παράλογο αυτό κι αν φαίνεται) και αποσκοπεί στην πολλαπλή υποβάθμιση της ελληνικής γλώσσας και εκμηδένιση της ελληνικής παράδοσης και ιστορικής/γεωγραφικής οντότητας. Μη ξεχνάμε τη παρότρυνση του Κίσσιντζερ για τον «ατίθασο ελληνικό λαό» που «μας παρενοχλεί στην περιοχή των Βαλκανίων και της Μέσης Ανατολής»(Turkish Daily News 17.2.97, Η Καθημερινή 24.8.97 και Το Βήμα της Κυριακής 31.8.97).

Άλλο ένα κεφάλαιο που χρειάζεται ξεχωριστή, αλλά και επείγουσα πραγμάτευση.

Μόνο που, ευτυχώς, η κατάπτωση της εκμετάλλευσης των ικανοτήτων της γης από γεωργική άποψη μπορεί να αντισταθμιστεί και να αντιμετωπιστεί με άλλου είδους εκμεταλλεύσεις, χωρίς να αγνοηθεί όμως και η γεωργική.

Το ελληνικό υπέδαφος είναι πάμπλουτο σε ορυκτά. Και η εκμετάλλευση αυτών των ορυκτών είναι τεράστια και ωραία πρόκληση για αποδοτικές – σε παγκόσμια κλίμακα – επενδύσεις, ιδίως αν αυτές γίνουν με ελληνικά κεφάλαια που τώρα βρίσκονται ασφαλή βέβαια (ως πότε όμως;!) αλλά άγονα σε ξένες τράπεζες και που θα είναι δυνατόν να δημιουργήσουν χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας αν διευκολυνθούν οι διαδικασίες δραστηριοποίησης των πρωτοβουλιών εισαγωγής τους στην Ελλάδα.

Με αυτή την προοπτική λοιπόν αξίζει τον κόπο να αναφερθούν εδώ τα γεωλογικά πλεονεκτήματα της Ελλάδας ανάμεσα στις 28 χώρες της ΕΕ αλλά και σε παγκόσμιο επίπεδο. Και τότε να ειπωθεί ότι η Ελλάδα είναι στην ΕΕ πρώτη σε βωξίτη, σε ψευδάργυρο, σε αλουμίνα και σε χρωμίτη, ενώ παγκοσμίως είναι πρώτη σε περλίτη, νικέλιο, υδρομαγνησίτη και λευκόλιθο. Επιπλέον η Ελλάδα είναι πρώτη στην Ευρώπη και δεύτερη στον κόσμο σε μπετονίτη.

Όσο για τον χρυσό, τα τρία μεγαλύτερα κοιτάσματα στην Ευρώπη βρίσκονται στην Μακεδονία και στην Θράκη, με αξίες που ξεπερνούν τα 70 δις ευρώ. Εξάλλου η Ελλάδα βρίσκεται στην 32η θέση παγκοσμίως για κατοχή χρυσού: 112,5 τόνους (στοιχεία Μαρτίου 2015).

Πολύ σημαντικές επιδόσεις θα μπορούν να επιδείξουν και οι επενδύσεις σε δυο αστείρευτες πηγές ενέργειας: στην ηλιακή και στην αιολική, στις οποίες η Ελλάδα, λόγω της ειδικά ευνοϊκής γεωγραφικής θέσης της, παρουσιάζει σπουδαίες δυνατότητες, όχι μόνο για την κάλυψη των εγχωρίων αναγκών, αλλά και για εξαγωγές με πρόσθετο κέρδος. Συγχρόνως επιτυγχάνεται και μεγάλη μείωση εισαγωγών πετρελαίου και συναφών εξόδων.

Μια άλλη αλήθεια είναι ότι η μορφολογία του εδάφους της Ελλάδας ευνοεί μια δυναμική κτηνοτροφική παραγωγή, ενώ η καθαριότητα των ελληνικών θαλασσών μπορεί να γίνει πρόδρομος μιας εκτεταμένης ιχθυοκαλλιέργειας με σημαντικά εξαγωγικά μερίδια.

Εκτός τούτου, το κλίμα στην Ελλάδα δίνει ευχέρεια νέων, «πρωτότυπων» και άφθονων αγροτικών παραγωγών (φρούτα, λαχανικά, όσπρια) η χρηματική αξία των οποίων είναι δυνατόν να διαμορφωθεί σε αξιόλογα ύψη εάν έχουμε υπόψη μας ότι αυτά τα νέα, λίγο-πολύ εξωτικά αγροτικά προϊόντα, είναι ανάρπαστα σε πάμπολλες χώρες και επιπλέον ακριβά, δηλαδή κερδοφόρα για την Ελλάδα.

Μια άλλη επωφελής λύση είναι η ενισχυμένη προώθηση των μεταποιημένων αγροτικών προϊόντων.

Όλων αυτών δοθέντων, επομένως, είναι ηλίου φαεινότερον ότι οι επενδύσεις – προπαντός ελληνικές, αλλά και αλλοδαπές – διαθέτουν ένα πολύ ευρύ φάσμα προσαρμογής και ανάπτυξης με σημαίνουσες προοπτικές κέρδους για τους επενδυτές, μείωσης της ανεργίας και ασφαλούς παραγωγής πλούτου για την χώρα.

Τα εκατοντάδες εκατομμύρια (ίσως και δις) ευρώ στις ξένες τράπεζες των Ελλήνων φοροφυγάδων ή μη, καθαρού ή βρώμικου χρήματος, με κατάλληλες κινήσεις εκ μέρους της κυβέρνησης και με ενδεδειγμένα, στοχευμένα προγράμματα πιστεύω πως είναι σε θέση να βάλουν πάλι την Ελλάδα σε τροχιά ανάτασης και βελτίωσης όλων των οικονομικών παραμέτρων, καταργώντας ένα ικανό μέρος των δυσάρεστων επιπτώσεων από τα καταστρεπτικά Μνημόνια.

Η ύπαρξη καλής διάθεσης και βούλησης εξόδου από το τέλμα όπως και η αναγκαιότητα της ιδέας του καλού της πατρίδας από όλους τους ενδιαφερόμενους, είναι αναμφίβολο πως, και μέσα σε ένα χρόνο μόνο, η καλυτέρευση της γενικής κατάστασης θα είναι ορατή. Εάν προστεθεί επίσης και κάποια πολιτικο-οικονομική επιτυχία με τους ξένους πιστωτές, τότε η εικόνα της Ελλάδας δεν μπορεί παρά να εμφανιστεί κάτω από πολύ πιο ευνοϊκό φως.

Τέλος, η θεώρηση της πορείας της μελλοντικής ελληνικής οικονομίας δεν μπορεί να μην περιλάβει και την επείγουσα εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων στις θαλάσσιες περιοχές από το Ιόνιο στην Μεσόγειο.

Αυτό βέβαια προϋποθέτει την κήρυξη της ελληνικής ΑΟΖ, ειδικά εκείνης νότια της Κρήτης.

Γνωρίζουμε πως υπήρξαν στο παρελθόν επίμονες πιέσεις των ΗΠΑ ώστε η Ελλάδα να μη προβεί σε τέτοιου είδους κήρυξη!

Η σημερινή Ελλάδα όμως, με το νερό στο λαιμό, δεν έχει πια την πολυτέλεια να αγνοήσει το συμφέρον της για να ευχαριστήσει τους Αμερικανούς και κατ’ επέκταση τους Τούρκους!

Γι’ αυτόν τον λόγο η επιβίωση του ελληνικού λαού προέχει και πρέπει να γίνει ο μοχλός για «ανυπακοή» στις «επιθυμίες» των τουρκο/αμερικάνων και παράλληλη γρήγορη πραγματοποίηση της ΑΟΖ.

Αμέσως προηγουμένως όμως επείγει αφάνταστα η σύναψη μιας οικονομικο-στρατιωτικής συμφωνίας με Κύπρο και Ισραήλ, δυο χώρες που ήδη διαθέτουν δικές τους ΑΟΖ εκμεταλλεύσιμες, και ιδίως με Ισραήλ, η μόνη χώρα στον κόσμο που έχει την δυνατότητα και τη δύναμη να μην ανέχεται τις αμερικάνικες «απαιτήσεις» γιατί είναι οι ΗΠΑ που έχουν ανάγκη από το Ισραήλ και όχι το αντίθετο!

Με την δύναμη αυτής της συμφωνίας η Ελλάδα πολύ πιο εύκολα μπορεί να κηρύξει την ΑΟΖ της εφόσον έχει υπογράψει και την Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας που της δίνει αυτό το δικαίωμα ανεξάρτητα απ’ την ύπαρξη τυχόν ενστάσεων όμορων χωρών. Άλλο τα 12 μίλια για τα οποία η Τουρκία επικαλείται το casus belli, όσο παράνομο κι αν είναι, και άλλο η ΑΟΖ προστατευμένη από την διεθνή Σύμβαση (την οποία μόνο η Τουρκία και η Βενεζουέλα δεν υπέγραψαν).

Στην τραγική κατάσταση που βρίσκεται σήμερα η Ελλάδα δεν έχει τίποτα να χάσει και πολλά να κερδίσει με την ΑΟΖ και το Ισραήλ στρατιωτικό σύμμαχο. Εξάλλου από την ελληνική ΑΟΖ και οι ΗΠΑ θα μπορούν να έχουν και οφέλη, πράγμα μάλλον αδύνατο εάν η ΑΟΖ πέσει στα χέρια της Τουρκίας.

Και είναι αναμφισβήτητο ότι ορίζοντας η Ελλάδα την δική της ΑΟΖ με νομότυπη βάση τις διεθνείς Συμβάσεις, κανείς δεν θα της κηρύξει πόλεμο διότι κανείς δεν είναι τόσο τρελός να διακινδυνεύσει μια παγκόσμια σύρραξη.

Απλά χρειάζεται τόλμη, αποφασιστικότητα, θέληση και επιμονή. Καιρός είναι η ελληνική κυβερνητική ηγεσία να επιδείξεις αυτές τις αρετές για την ανάληψη της μόνης πολιτικής που απομένει προς το συμφέρον και το μέλλον του ελληνικού λαού.

Δημοσίευση σχολίου