Πρόσφατα ένα άρθρο μου προκάλεσε μια γόνιμη κουβέντα στο διαδίκτυο. Μου δημιουργήθηκε όμως η εντύπωση, για να είμαι ειλικρινής (αν και δηλώσεις ειλικρινείας ποσώς μετράνε στο διαδίκτυο) ότι η νύξη της αναγκαιότητας να ανοίξουν δίαυλοι επικοινωνίας από την εργατική προς την μικροαστική τάξη, ανάβει «λαμπάκια συναγερμού» σε φίλους. Μπορεί να μυρίζονται κάποια, ίσως  υποσυνείδητα υποφώσκουσα τάση, ίσως και αδήλωτη τάση προς δεξιό οπορτουνισμό, μιας κι ο κύριος φορέας έκφρασης μικροαστικών απόψεων στον ελλαδικό μας χώρο είναι ο ΣΥΡΙΖΑ. Ίσως κι όχι. Τέλος πάντων, ήδη το μόρφωμα αυτό παίρνει χαρακτηριστικά σοσιαλδημοκρατικού κόμματος και, όπως έχουν παρατηρήσει αρκετοί, δεν μπορεί να θεωρείται το «άντρο του οπορτουνισμού». Τι σημάνει αυτό; Παύουμε να τους λέμε οπορτουνιστές και ψάχνουμε να βρούμε ποιοι άλλοι θα πάρουν την θέση τους; Η μήπως την θέση των οπορτουνιστών την έχουν ήδη προκαταλάβει άλλοι; 

Δεν έχω πειστεί ακόμα ότι είναι δυνατόν η εργατική τάξη να σωθεί χωρίς να συμμαχήσει με ένα ευρύ τμήμα των μεσαίων στρωμάτων. Δεν πιστεύω ότι «οι ανυπόφοροι μικροαστοί», ιδιαίτερα οι χαμηλότερες διαστρωματώσεις τους έχουν να περιμένουν κάτι καλύτερο από τις δρομολογημένες εξελίξεις, άλλο από την θυσία τους στο βωμό της διάσωσης «του έθνους», που σημαίνει θυσία και καταστροφή τους αντάμα με την εργατική τάξη για να σωθούν και να περάσουν την κρίση όσον το δυνατόν αλώβητοι οι μεγαλοαστοί.    

Το τι πολιτική έκφραση θα πάρει αυτό που εγώ θεωρώ αναγκαιότητα - αν τελικά πάρει έκφραση - δεν είμαι σε θέση να ξέρω, ούτε και μπορώ να έχω συνταγή γι αυτό. Αλλά δεν βλέπω, τουλάχιστον για το ορατό σε μένα μέλλον, την γνωστή πεπατημένη να οδηγεί κάπου αλλού εκτός από την συνθλιπτική επικράτηση των μεγαλοαστών. Το ότι κάτι πρέπει να αλλάξει στο έδαφος όπου μπορεί να πατήσει μια τακτική συμπαράταξη εργατών και μεσαίων στρωμάτων, μου φαίνεται κραυγαλέα οφθαλμοφανές. Το πως αντιδρά σ’ αυτό η εργατική πρωτοπορία, θεωρητικά και πρακτικά, το τι απάντηση θα δώσει, συζητιέται.   

Διάλεξα μερικά εδάφια από τους Ταξικούς Αγώνες Στην Γαλλία στα οποία ο Μαρξ αναφέρεται σ΄ αυτούς «τους ανυπόφορους μικροαστούς», έτσι, για να θυμηθούμε ότι το θέμα δεν είναι καινούριο κι ούτε  θα λυθεί σήμερα. Παρόλα αυτά πρέπει να προβληματίζει.  



[...]
«Οι Γάλλοι εργάτες δεν μπορούσαν να κάνουν ούτε ένα βήμα μπρος, δεν μπορούσαν ν' αγγίξουν ούτε μια τρίχα του αστικού καθεστώτος, προτού η πορεία της επανάστασης ξεσηκώσει τη μάζα του έθνους που στέκεται ανάμεσα στο προλεταριάτο και στην αστική τάξη, δηλαδή τους αγρότες και τους μικροαστούς, ενάντια σ' αυτό το καθεστώς, ενάντια στην κυριαρχία του κεφαλαίου και προτού την αναγκάσει να ενωθεί με τους προλετάριους, τους προμάχους της. Οι εργάτες μπορούσαν να εξαγοράσουν τη νίκη αυτή μονάχα με τη φοβερή ήττα του Ιούνη.
[...]
 »Το προλεταριάτο, μετατρέποντας τον τάφο του σε λίκνο της αστικής δημοκρατίας, ανάγκασε την τελευταία να παρουσιαστεί στην καθαρή της μορφή, σαν το κράτος που ο ομολογημένος σκοπός του είναι να διαιωνίσει την κυριαρχία του κεφαλαίου, τη σκλαβιά της εργασίας. Έχοντας διαρκώς μπρος στα μάτια της το γεμάτο ουλές αδυσώπητο και ακατανίκητο εχθρό της - ακατανίκητο, γιατί η ύπαρξή του είναι ο όρος της δικής της ζωής - η λυτρωμένη απ' όλα τα δεσμά αστική κυριαρχία, ήταν επόμενο να μετατραπεί αμέσως σε αστική τρομοκρατία. Μια και το προλεταριάτο είχε παραμεριστεί προσωρινά από τη σκηνή και μια και η αστική δικτατορία είχε αναγνωριστεί επίσημα, τα μεσαία στρώματα της αστικής κοινωνίας, οι μικροαστοί και η αγροτική τάξη ήταν αναγκασμένοι, στο βαθμό που η θέση τους γινόταν πιο ανυπόφορη κι η αντίθεσή τους με την αστική τάξη ταχύτερη, να προσχωρούν όλο και περισσότερο στο προλεταριάτο. Όπως προηγούμενα έβλεπαν την αιτία της αθλιότητάς τους στην άνοδο του προλεταριάτου, έτσι τώρα ήταν υποχρεωμένοι να βλέπουν στην ήττα του την αιτία της αθλιότητάς τους».
('Η ΗΤΤΑ ΤΟΥ ΙΟΥΝΗ TOY 1848'  - επιλογή εδαφίων απο red rock views)



[...]
«Κανένας δεν πολέμησε με περισσότερο φανατισμό τις μέρες του Ιούνη για την σωτηρία της ιδιοκτησίας και για την αποκατάσταση της πίστης όσο οι Παριζιάνοι Μικροαστοί – οι καφετζήδες και εστιάτορες, οι marchands de vins (ταβερνιαρέοι), μικροπραγματευτάδες,  μαγαζάτορες, χειροτέχνες κλπ. Ο μαγαζάτορας ανασκουμπώθηκε και βάδισε ενάντια στα οδοφράγματα για να αποκαταστήσει την κυκλοφορία που οδηγεί  από τους δρόμους στο μαγαζί. Μα πίσω από τα οδοφράγματα στεκόντουσαν οι πελάτες και οι οφειλέτες, και μπροστά απ’ αυτά  οι πιστωτές του μαγαζιού. Κι όταν τα οδοφράγματα γκρεμίστηκαν και οι εργάτες συντρίφτηκαν, κι οι μαγαζάτορες, μεθυσμένοι από τη νίκη, έσπευσαν πίσω στα μαγαζιά τους, βρήκαν την είσοδο αμπαρωμένη από ένα σωτήρα της ιδιοκτησίας, έναν επίσημο κλητήρα της πίστης, που τους παρέδωσε τις απειλητικές κοινοποιήσεις: ληξιπρόθεσμο γραμμάτιο! ληξιπρόθεσμο νοίκι! ληξιπρόθεσμη ομόλογο! Καταδικασμένο μαγαζί! καταδικασμένος μαγαζάτορας!
Διάσωση της ιδιοκτησίας! Όμως το σπίτι όπου κατοικούσαν δεν ήταν ιδιοκτησία τους. Το μαγαζί που κρατούσαν δεν ήταν ιδιοκτησία τους. Τα εμπορεύματα που πουλούσαν δεν ήταν ιδιοκτησία τους. Ούτε η επιχείρηση τους, ούτε το πιάτο απ’ το οποίο έτρωγαν, ούτε το κρεβάτι όπου κοιμόντουσαν άνηκαν πλέον σ’ αυτούς. Aκριβώς αυτοί οι ίδιοι ήταν εκείνοι από τους οποίους έπρεπε να σωθεί η ιδιοκτησία – για τον ιδιοκτήτη που τους είχε νοικιάσει το σπίτι, τον τραπεζίτη που τους είχε προεξοφλήσει το γραμμάτιο, τον καπιταλίστα τους είχε δανείσει σε μετρητά, τον εργοστασιάρχη που τους είχε εμπιστευθεί την πώληση των εμπορευμάτων του, για το χοντρέμπορο που είχε πιστώσει τις πρώτες ύλες σ’ αυτούς τους βιοτέχνες. Αλλά η πίστη, έχοντας ξαναδυναμώσει, αποδείχτηκε ένας σθεναρός κι εκδικητικός θεός: έβγαλε τον οφειλέτη που δεν μπορούσε να πληρώσει έξω από τους τέσσερις τοίχους του μαζί με την γυναίκα και τα παιδιά του, παραδίνοντας την προσποιητή ιδιοκτησία του στο κεφάλαιο και ρίχνοντας τον ίδιο τον άνθρωπο στη φυλακή των χρεωμένων, στη φυλακή που ξαναϋψώθηκε απειλητικά πάνω από τα πτώματα των εξεγερμένων του Ιούνη
Οι μικροαστοί είδαν με τρόμο ότι χτυπώντας τους εργάτες, παράδωσαν τους εαυτούς τους χωρίς αντίσταση στα χέρια των πιστωτών τους. Η χρεοκοπία τους, που αναβαλλόταν από τον Φλεβάρη με χρόνιο τρόπο και φάνηκε σαν να είχε αγνοηθεί, κηρύχθηκε ανοιχτά ύστερα από τον Ιούνη.
Η κατ’ όνομα ιδιοκτησία τους είχε αφεθεί απρόσβλητη για όσο καιρό ήταν απαραίτητος για να τους οδηγήσουν στο πεδίο της μάχης στο όνομα της ιδιοκτησίας. Τώρα που το μεγάλο ζήτημα με το προλεταριάτο είχε λυθεί, το μικρότερο θέμα με τον μπακάλη μπορούσε κι αυτό με την σειρά του να λυθεί».


Δημοσίευση σχολίου